Πολυλίμνιο
Στη περιοχή της Χαραυγής, 23χμ από τους Χράνους και 35 από την Καλαμάτα, σε ένα απερίγραπτου κάλλους φυσικό τοπίο βρίσκεται το σύμπλεγμα λιμνών που ονομάστηκε Πολυλίμνιο. Οι λίμνες καλά κρυμμένες για πολλά χρόνια, μόλις πρόσφατα έγιναν ευρύτερα γνωστές και άρχισαν να δέχονται τις επισκέψεις όσων αγαπούν τις διαδρομές μέσα στη φύση.
Δεν έχετε λοιπόν παρά να αναζητήσετε και εσείς τις λίμνες με τα παράξενα ονόματα, όπως τη Μαυρόλιμνα, τη λίμνη του Τυχερού, της Σταθούλας, την Καδουλα και τις υπόλοιπες και να απολαύσετε το ονειρικό τοπίο που συνθέτουν. Τα μικρά φαράγγια, η πλούσια βλάστηση και οι πανέμορφοι καταρράκτες θα μετατρέψουν μια μέσης δυσκολίας πεζοπορία σε μια εμπειρία μοναδική και αξέχαστη .
Διαδρομή Νέδας
Η Νέδα, ποτάμι που πηγάζει στο Λύκαιο όρος, στην Αγιανάσταση της Πέτρας και εκβάλλει στο Γιαννιτσοχωρι του Κυπαρισσιακού Κόλπου, αποτελεί το φυσικό όριο της Μεσσηνίας με την Ηλεία περνώντας από τις κοινότητες της Πέτρας, του Κακαλετριου, του Συρριζου, των Πλατανιων, και των Καρυών.
Το όνομα του ποταμού προέρχεται από την ελληνική μυθολογία και τη νύμφη Νέδα, η οποία, όταν η Ρέα γέννησε τον Δία στην κορυφή του Λυκαίου όρους, τον πήρε, για να τον κρύψει, ώστε να μην τον καταπιεί ο πατέρας του ο Κρόνος. Στην αρχαιότητα η Νέδα συνδέεται με τη μεσσηνιακή ιστορία, αφού οι όχθες της υπήρξαν θέατρα των Μεσσηνιακών Πολέμων.
Εκεί ήταν η αρχαία Φιγαλία και η αρχαία Είρα στο Κακαλέτρι, πόλεις ακμάζουσες, που καταστράφηκαν από τους Σπαρτιάτες.
Το μήκος του ποταμού έως τις εκβολές του είναι 32 χλμ. και η πεζοπορία μέσα στην κοίτη του αποτελεί ονειρώδη περιπέτεια και μια πρωτόγνωρη εμπειρία. Στις πηγές και την άνω ροή της η Νέδα είναι ευκολοδιάβατη, ενώ, κατεβαίνοντας χαμηλότερα, γίνεται πιο δυσπρόσιτη και δυσκολοπερπάτητη.
Η κοίτη της, ελικοειδής και πυκνόφυτη καλύπτεται από ποικιλία άγριων δένδρων και θάμνων, όπως πλατανιών, πουρναριών, σκίνων και φασκομήλων, δημιουργώντας ένα ασύλληπτης ομορφιάς τοπίο, ενώ τα νερά του ποταμού καθαρά, δροσερά και βουερά, ασπρίζουν σαν το γάλα καθώς πέφτουν ορμητικά και σπάζουν στις ατελείωτες πετροσειρές και τους βράχους.
Δεξιά και αριστερά υψώνονται κατάφυτοι λόφοι και βουνά παραφυάδες του Λυκείου, των Νομίων και του Κωτίλου, ενώ 30 περίπου πηγές και κεφαλάρια αναβλύζουν και εμπλουτίζουν το ποτάμι με κρυστάλλινα νερά, δίνοντας, παλαιότερα, κίνηση σε αρκετούς νερόμυλους, που βρίσκονται ακόμη και σήμερα ερειπωμένοι στις όχθες της Νεδας.
Το ορμητικό ρεύμα της Νέδας έχει διαβρώσει το συμπαγές και βραχώδες πέτρωμα της κοίτης της έχοντας δημιουργήσει στοές, στενά περάσματα ακόμη και σήραγγες, όπως αυτή που βρίσκεται στο «Στόμιο» της περιοχής των Πλατανίων, μήκους 100μ.
Η σήραγγα του Στομίου έχει δυο επίπεδα, εκείνο που βρίσκεται στο ύψος της κοίτης και ένα άλλο, πιο ψηλά, που φαντάζει σαν υπερώο, όπου βρισκόταν η παλιά κοίτη, ενώ έχει τη μορφή σπηλαίου με χαμηλή θερμοκρασία εξαιτίας των νερών των πηγών που τρέχουν από τον ουρανό της σήραγγας και αποτελεί κατοικητήριο χιλιάδων αγριοπερίστερων και νυχτερίδων.
Πριν την είσοδο του Στομίου και σε απόσταση 150μ. από την κοίτη της Νέδας, γκρεμίζονται τ' αφρισμένα νερά του περίφημου καταρράκτη της Φιγαλίας ύψους 50 μ., που ξεπροβάλλει από ένα εντυπωσιακό φαράγγι το οποίο ορίζεται από θεόρατους σαν κρεμαστούς βράχους, που λογχίζουν αγέρωχα τον ουρανό. Το βάδισμα στην κοίτη είναι επώδυνο και επικίνδυνο από την ολισθηρότητα των βρύων πάνω στις πέτρες, το εκτεταμένο πυκνό σύδεντρο και την έλλειψη μονοπατιού, ενώ σε αρκετά σημεία είναι αναγκαία και η κολύμβηση αφού στο ποτάμι έχουν σχηματιστεί βαθιές λίμνες.
Κάθε χρόνο τον Αύγουστο, τοπικοί φορείς και φυσιολατρικοί όμιλοι οργανώνουν διήμερη πεζοπορία στην κοίτη της Νέδας. Ξεκινούν από τις πηγές της, στην Πέτρα, συνεχίζουν στο Κακαλέτρι και τη Μαρίνα, φτάνουν στα Πλατάνια και από εκεί στο Στόμιο, αφού περάσουν από τη χαράδρα της Φιγαλίας και ολοκληρώσουν την πεζοπορία φτάνοντας στις εκβολές, μετά από διαδρομή 15 χλμ.
Βυρός
Η δεύτερη μεγάλη χαράδρα του Μεσσηνιακού Ταϋγέτου είναι η περίφημη χαράδρα του Βυρού. Αρχίζει από το δάσος της Βασιλικής στη θέση ?γιος Δημήτριος, και μετά από μία απότομη αρχική κατάβαση, ομαλοποιείται και συνεχίζει να κινείται προς την παραλιακή Καρδαμύλη. Περνά από τις θέσεις διλάγκαδο και Τροσκωνά και φθάνει στα μισά της διαδρομής του ανάμεσα στα χωριά Εξωχώρι και Τσέρια όπου υπάρχουν τα ερείπια από δεκάδες νερόμυλους. Σήμερα τα νερά έχουν μαζευτεί με υδρομάστευση και υδροδοτούν δεκάδες κοινότητες της δυτικής Μάνης. Συνεχίζοντας την δαιδαλώδη πορεία του περνά δίπλα από το μοναστήρι του Σωτήρος όπου κάθε χρόνο γίνεται μεγάλο παραδοσιακό πανηγύρι στις 6 Αυγούστου.
Υψώνοντας το βλέμα του κανείς στις πελώριες ορθοπλαγιές τριγύρω, διακρίνει με δυσκολία μικρά καταφύγια, κτισμένα ή με φυσική οχύρωση, τόσο δυσπρόσιτα που θυμίζουν αρχαία ασκητήρια της ερήμου. Πιθανολογείται ότι εκεί κατέφευγαν οι κάτοικοι της περιοχής όταν την λυμαίνονταν οι πειρατές. Λίγες εκατοντάδες μέτρα πρίν το ρέμα συναντήσει τη θάλασσα, διακρίνουμε αριστερά μας το καμπαναριό του Αγ. Σπυρίδωνα και την Παλιά Καρδαμύλη.
Ανάμεσα στις βαθιές χαράδρες και το δύσβατο ανάγλυφο, βρίσκονται διάσπαρτα μοναχικά χωριά. Τα διακρίνει κανείς με δυσκολία καθώς πέτρινα και άχρωμα σμίγουν και γίνονται ένα με το τοπίο.
Σε αντίθεση με την απότομη ανατολική πλευρά όπου κάποια μικρά χωριά είναι φωλιασμένα κυρίως στα βόρεια, στην δυτική πλευρά πολλά ενδιαφέροντα χωριουδάκια ξεφυτρώνουν σε μικρά οροπέδια και πτυχές του εδάφους. Τα Πηγάδια με τους πέντε οικισμούς, η ?νω Βέργα με την φανταστική θέα, η Γαϊτσά, τα Τσέρια, και τα ξεχασμένα Αλτομιρά.
Φαράγγι Ριντόμου
Το φαράγγι του Ριντόμου αποτελεί ένα δημιούργημα της φύσης ιδιαίτερου κάλους, με ωραιότατους γεωμορφολογικούς σχηματισμούς, ποικιλομορφία ειδών πανίδας και χλωρίδας και είναι χώρος κατάλληλος για αναψυχή, φυσική άσκηση και πεζοπορία, με ειδική αισθητική και τουριστική σημασία.
Το φαράγγι βρίσκεται στην αρχή της Μεσσηνιακής Μάνης 15 χλμ. από την Καλαμάτα και ξεκινά από τις εκβολές του ρέματος Σάνταβα και φτάνει κάτω από την κορυφή του Προφήτη Ηλία του Ταύγετου, σε μήκος 21 χλμ.. Πρώτη ιστορική αναφορά γίνεται από τον Παυσανία (160 μ.Χ) όταν πέρασε από το φαράγγι, το οποίο αναφέρει ως Χοίρειο Νάπη (φαράγγι των αγριόχοιρων) και αποτελούσε φυσικό όριο Μεσσηνίων και Σπαρτιατών.
Χρησιμοποιήθηκε από τους κατοίκους της περιοχής ως οδός επικοινωνίας με τον Ταύγετο και τη Λακωνία με αποτέλεσμα να υπάρχουν σήμερα αρκετά αξιόλογα πολιτιστικά στοιχεία του παρελθόντος όπως τα πέτρινα καλοδιατηρημένα καλντερίμια στα: Σωτηριάνικα-Αλτομιρά, Πηγάδια-Βόρειο και Σωτηριάνικα-Τούμπια καθώς και τα πέτρινα τοξοειδή γεφύρια στην Κοσκάρακα και τα Τούμπια.
Η διαδρομή χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερου κάλους γεωλογικούς σχηματισμούς, βραχώδη απόκρημνα πρανή, σπάνιες παραγενέσεις, στρωματότοπους με χαρακτηριστικές χρωματογραφικές περιοχές και ορθοπλαγιές με σπήλαια, που φέρουν ευδιάκριτους από την κοίτη του ρέματος σταλακτίτες.
Η πλέον εντυπωσιακή περιοχή του είναι το «στένεμα» της κοίτης του σε πλάτος περίπου 3μ, ύψους 60μ και μήκους 100μ, που βρίσκεται στον πεζόδρομο από το Κέντρο (Γαϊτσες) προς τα Πηγάδια. Σπουδαίο μνημείο παραδοσιακής μορφής αποτελεί το διπλό πέτρινο γεφύρι που συνδέει τα κατακόρυφα συμπαγή πρανή του προαναφερόμενου ιδιαίτερου κάλους φυσικού σχηματισμού.
Με σημείο αναφοράς τη στενή γέφυρα του φαραγγιού στο δρόμο Καλαμάτα-Κάμπος και σε απόσταση 12 χλμ., το φαράγγι χωρίζεται σε δύο ρέματα, στο ρέμα του Ριντόμου και το ρέμα του Καρέα. Στη θέση αυτή βρίσκεται το Μοναστήρι της Παναγίας της «Καψοδεματούσας» που εορτάζει στις 2 Ιουλίου με παραδοσιακό πανηγύρι. Όμοια σε 5 χλμ. ανάντι και επί του ρέματος του «Ριντόμου», κοντά στον οικισμό «Ρίντομο», υπάρχει το ξωκκλήσι της Αγίας Μαρίνας που εορτάζει πανηγυρικά από τους κτηνοτρόφους της περιοχής στις 17 Ιουλίου.
Ανηφορίζοντας μέσα από το φαράγγι προς την αλπική ζώνη του Ταύγετου από τις Κιτριές στην εκβολή του χειμάρρου Σάνταβα, στην μεσογειακή ζώνη, υπάρχουν σχίνα, κοκορεβυθιές, θαμνώδη πουρνάρια και άριες, φιλύκια, χρυσόξυλα, γκορτσιές, κουμαριές, γλιστροκουμαριές κ.ά., ενώ στην ημιορεινή ζώνη υπάρχουν γαύροι, μελιοί, σφενδάμια, μεγάλοι πρίνοι, μεγάλες αριές, πλατάνια κ.ά και στην ορεινή ζώνη, έλατα, κέδροι, μουρτζιές, τρικουκιές και αγριοκορομηλιές.